Η ψηφιακή αποικιοκρατία των big data
Δεν είναι κάποιο σπουδαίο μυστικό, ότι στον 21ο αιώνα, η εξουσία έχει εξελιχθεί και έχει αλλάξει μορφή. Δεν εδράζεται πια μονάχα σε στρατούς, εδαφικές κατακτήσεις ή φυσικούς πόρους, αλλά μετατοπίζεται ραγδαία στον χώρο του ψηφιακού, εκεί όπου η πληροφορία έχει αναχθεί στην πρώτη ύλη κάθε οικονομικής και πολιτικής διαδικασίας. Οι κοινωνίες δεν κατακτώνται πλέον με όπλα, αλλά με αλγορίθμους και χρήση δεδομένων. Η νέα μορφή εξάρτησης που προκύπτει από αυτή τη μετατόπιση περιγράφεται εύστοχα με τον όρο ψηφιακή αποικιοκρατία – έναν όρο που λειτουργεί ως εννοιολογικό εργαλείο για την κατανόηση των σύγχρονων μορφών της κυριαρχίας.
Σε αντίθεση με την κλασική αποικιοκρατία, η οποία στηριζόταν διαχρονικά στην άμεση βία και στον έλεγχο των φυσικών πόρων και των εδαφών, η ψηφιακή αποικιοκρατία θεμελιώνεται στην ιδιοποίηση της πληροφορίας (big data) και στην εκμετάλλευση της ανθρώπινης εμπειρίας. Οι τεχνολογικές πλατφόρμες – Google, Meta, Amazon, Apple, Microsoft κ.ο.κ. – από καπιταλιστικές επιχειρήσεις, έχουν αναχθεί σε υπερκρατικούς δρώντες που διαχειρίζονται και καθορίζουν τη ροή της γνώσης σε παγκόσμια κλίμακα. Η συσσώρευση των δεδομένων στα χέρια αυτών των εταιρειών έχει δημιουργήσει ένα καθεστώς γνωσιακής εξάρτησης, όπου οι πολίτες λειτουργούν ταυτόχρονα ως παραγωγοί αλλά και ως αντικείμενα εκμετάλλευσης της πληροφορίας.
Η Αμερικανίδα διανοήτρια Shoshana Zuboff περιγράφει αυτή τη διαδικασία ως surveillance capitalism, έναν καπιταλισμό της επιτήρησης που μετασχηματίζει την ανθρώπινη εμπειρία σε δεδομένα συμπεριφοράς τα οποία αναλύονται, προβλέπουν και τελικά καθοδηγούν μελλοντικές ενέργειες (Zuboff, 2019). Εδώ το κέρδος για το κεφάλαιο δεν προκύπτει από την παραγωγή υλικών αγαθών, αλλά από τον έλεγχο της πληροφορίας. Οι χρήστες συμμετέχουν άθελά τους σε έναν μηχανισμό εξόρυξης δεδομένων, όπου η συναίνεση είναι ψευδής και η ιδιωτικότητα αντικαθίσταται από μια μόνιμη, αόρατη επιτήρηση.
Αυτή η λογική επεκτείνεται πέρα από την οικονομία, σε όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής. Οι Nick Couldry και Ulises Mejias μιλούν για data colonialism, την επέκταση δηλαδή των αποικιακών λογικών εκμετάλλευσης στο ψηφιακό πεδίο (Couldry & Mejias, 2019). Όπως η κλασική αποικιοκρατία στηρίχθηκε στην εξόρυξη φυσικών πόρων, έτσι και η σημερινή στηρίζεται στην εξόρυξη δεδομένων. Η αποικιοκρατική σχέση αναπαράγεται: λίγοι δρώντες αποσπούν τον πλούτο που παράγουν οι πολλοί. Οι χρήστες αντιμετωπίζονται ως πηγές δεδομένων και προσφέρουν χωρίς αντάλλαγμα την πρώτη ύλη της νέας οικονομίας.
Ωστόσο, η ψηφιακή αποικιοκρατία αποκτά επίσης πολιτικές και στρατιωτικές διαστάσεις. Η περίπτωση της Γάζας αποκαλύπτει με τον πιο ωμό τρόπο τη βιοπολιτική διάσταση της ψηφιακής κυριαρχίας. Όπως επισημαίνει η Leila Katibah (2025) σε πρόσφατη έρευνα, η Λωρίδα της Γάζας έχει μετατραπεί σε ένα πειραματικό πεδίο επιτήρησης, όπου τεχνολογίες αναγνώρισης προσώπου, συστήματα τεχνητής νοημοσύνης και αλγοριθμικά εργαλεία χρησιμοποιούνται για τη συλλογή, ανάλυση και αξιοποίηση δεδομένων πληθυσμών. Τα drones, τα δορυφορικά δεδομένα, οι βάσεις πληροφοριών και τα προγνωστικά μοντέλα συμπεριφοράς συνθέτουν ένα καθεστώς όπου ο άνθρωπος μετατρέπεται σε δεδομένο προς διαχείριση.
Αυτό που άλλοτε θα ονομάζαμε κατοχή, σήμερα εκφράζεται μέσω τεχνολογικής επιτήρησης, ενός ψηφιακού καθεστώτος ελέγχου που λειτουργεί με την ίδια λογική του καπιταλισμού της επιτήρησης, αλλά με στρατιωτικούς όρους. Με λίγα λόγια, οι κάτοικοι της Γάζας δεν ελέγχονται μονάχα γεωπολιτικά, ελέγχονται και πληροφοριακά. Το σώμα, η μετακίνηση, η φωνή και η επικοινωνία τους αποτελούν πεδία καταγραφής. Το παράδειγμα αυτό δείχνει καθαρά ότι η ψηφιακή αποικιοκρατία αποτελεί μια συγκεκριμένη και πολύ υπαρκτή μορφή κυριαρχίας πάνω σε πληθυσμούς. Όπως σημειώνουν οι Couldry και Mejias, η αποικιοκρατία των δεδομένων δεν αντικαθιστά την παλιά αποικιοκρατία, αλλά τη συνεχίζει με νέα μέσα (2019).
Η “ύπουλη” αυτή εξουσία αυτή είναι αόρατη, διότι δεν επιβάλλεται βίαια αλλά μέσω της κανονικότητας. Ο πολίτης – ή ο αποικιοκρατούμενος του ψηφιακού κόσμου – δεν αντιλαμβάνεται την καταστολή, γιατί η εξάρτηση του παρουσιάζεται ως δεδομένο, ως trend και ως αναγκαιότητα. Με Καστοριαδικούς όρους θα λέγαμε ότι η σύγχρονη κοινωνία είναι ετερόνομη, γιατί βιώνει τους θεσμούς της – και μαζί την τεχνολογία της – ως φυσικά και αναπόφευκτα. Σε αυτό το πλαίσιο, η τεχνολογία έχει “φυσικοποιηθεί” και παρουσιάζεται ως ουδέτερο μέσο, ενώ στην πραγματικότητα είναι φορέας εξουσίας και αξιών. Η τεχνολογική ορθολογικότητα έχει μετατραπεί σε κυρίαρχη ιδεολογία καθώς ό,τι είναι μετρήσιμο θεωρείται ορθολογικό και ό,τι δεν μετριέται, παύει να έχει σημασία. Στη συνθήκη αυτή ο αλγόριθμος λειτουργεί ως νέος γραφειοκράτης, ιεραρχώντας την ορατότητα και ορίζοντας τι μπορεί να υπολογιστεί, άρα και τι μπορεί να υπάρξει. Με τον τρόπο αυτόν, η τεχνολογική εξουσία αντικαθιστά τον πολιτικό έλεγχο.
Αυτή η μεταβολή αποτυπώνεται καθαρά και στην εξαφάνιση των ψηφιακών Κοινών. Το διαδίκτυο, που αρχικά δημιουργήθηκε ως χώρος ανοιχτής συμμετοχής, έχει πλέον συγκεντρωθεί στα χέρια λίγων πλατφορμών. Ο James Boyle περιγράφει αυτή τη διαδικασία ως “περίφραξη των Κοινών του νου” (enclosure of the commons of the mind), δηλαδή την ιδιωτικοποίηση της γνώσης και του πολιτισμού (Boyle, 2008). Όπως οι αγρότες εκδιώχθηκαν από τα χωράφια στη γένεση του καπιταλισμού, έτσι σήμερα οι πολίτες εκδιώκονται από τα κοινά της πληροφορίας.
Η απώλεια αυτή είναι τόσο θεσμική, όσο και φαντασιακή καθώς υπονομεύει την ίδια την ιδέα του συλλογικού αγαθού. Αν όμως η γνώση και η επικοινωνία αντιμετωπίζονται ως ιδιοκτησία, η δημοκρατία δεν μπορεί παρά να καθίσταται ως κενό σχήμα. Και φυσικά η έξοδος από αυτήν την κατάσταση δεν μπορεί να προέλθει από τις ίδιες τις δομές της αγοράς και των απολυταρχικών καθεστώτων. Απαιτείται πολιτική και πολιτισμική ανασυγκρότηση, δηλαδή αυτό που ο Καστοριάδης ονομάζει αυτονομία: η δυνατότητα μιας κοινωνίας να αναγνωρίζει τη δημιουργική της δύναμη και να αυτοθεσμίζεται συλλογικά (Καστοριάδης, 1978).
Από τη μεριά της η UNESCO (2022) προτείνει τον όρο digital sovereignty, επισημαίνοντας την ανάγκη για θεσμικό έλεγχο των δεδομένων από τα ίδια τα υποκείμενα και τις κοινότητές τους. Όμως η κυριαρχία δεν μπορεί να περιορίζεται σε κρατικό επίπεδο. Xρειάζεται να αποκτήσει κοινωνική διάσταση. Τα δίκτυα ανοιχτού λογισμικού, οι αποκεντρωμένες πλατφόρμες και οι κοινοτικές δομές διαχείρισης δεδομένων αποτελούν έμπρακτες μορφές αντίστασης στη συγκέντρωση εξουσίας. Δεν αρκούν ως λύσεις, αλλά αποδεικνύουν ότι είναι δυνατή μια διαφορετική τεχνολογική λογική, βασισμένη στη συλλογική θέσμιση και όχι στην ιδιωτική ιδιοποίηση.
Ωστόσο, όσο η πληροφορία παραμένει συγκεντρωμένη στα χέρια λίγων, κάθε έννοια ψηφιακής κυριαρχίας μένει κενή. Η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει ότι η κυριαρχία πάνω στα δεδομένα δεν είναι τεχνικό ζήτημα, αλλά μορφή εξουσίας με υπαρξιακές συνέπειες. Η διαχείριση της πληροφορίας καθορίζει πλέον ποιος λογαριάζεται ως πολιτικό υποκείμενο και ποιος παραμένει απλώς “δεδομένο” προς ανάλυση. Από τις εμπορικές πλατφόρμες έως τα πεδία πολέμου – όπως αποκαλύπτει η αλγοριθμική διαχείριση ζωών στη Γάζα που προαναφέραμε, βλέπουμε να διαμορφώνεται ένα καθεστώς όπου ο έλεγχος της πληροφορίας ισοδυναμεί με έλεγχο της ύπαρξης. Κοντολογίς, όταν η τεχνολογία αποσυνδέεται από τη δημοκρατική θέσμιση, μετατρέπεται σε μηχανισμό οντολογικής ιεράρχησης: αποφασίζει δηλαδή ποιοι μετρούν και ποιοι διαγράφονται.
Για την αποαποικιοποίηση του ψηφιακού
Η αναγκαία, λοιπόν, αποαποικιοποίηση του ψηφιακού δεν μπορεί να περιορίζεται στο “δικαίωμα στην ιδιωτικότητα” ή στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Απαιτεί ριζική επανανοηματοδότηση του τρόπου με τον οποίο παράγεται, κατανέμεται και νομιμοποιείται η πληροφορία. Ένας αποαποικιοποιημένος ψηφιακός κόσμος δεν θα οριζόταν από την ιδιοκτησία των δεδομένων, αλλά από τη συμμετοχή στη διαχείρισή τους. Αυτό σημαίνει δημοκρατικές, διαφανείς και συμμετοχικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τη χρήση των δεδομένων από τους ίδιους τους πολίτες και τις κοινότητές τους.
Αντί για συγκεντρωτικά μοντέλα εξουσίας, χρειάζονται αποκεντρωμένες, αυτοδιαχειριζόμενες δομές. Κάθε κοινότητα θα πρέπει να μπορεί να αποφασίζει, με ανοιχτές συνελεύσεις και διαβούλευση, πώς χρησιμοποιούνται τα δεδομένα που παράγει. Οι πλατφόρμες μπορούν να λειτουργούν ως ψηφιακά κοινά, με κανόνες που καθορίζονται συλλογικά και με λογοδοσία προς τους χρήστες. Όχι με όρους αγοράς, αλλά με όρους δημοκρατίας.
Στο οικονομικό επίπεδο, η αποαποικιοποίηση σημαίνει επανασύνδεση της καινοτομίας με το κοινό συμφέρον. Οι ψηφιακές υποδομές θα μπορούσαν να είναι συνεταιριστικές ή κοινοτικές, όπου οι χρήστες έχουν λόγο στη λήψη αποφάσεων ώστε να δημιουργήσουμε δικτυωμένες μορφές αυτοδιοίκησης, όπου η αξία διαχέεται και δεν συσσωρεύεται σε λίγα χέρια. Θεσμικά, αυτό σημαίνει ενίσχυση τοπικών και διακοινοτικών μηχανισμών διαχείρισης πληροφορίας, που λειτουργούν με διαφάνεια, ανοικτό λογισμικό και δημοκρατικό έλεγχο. Θα μπορούσαν να δημιουργηθούν ψηφιακά συμβούλια πολιτών, στα οποία εκπρόσωποι από διαφορετικές κοινότητες αποφασίζουν για τη χρήση συλλογικών δεδομένων, για τις ηθικές αρχές της τεχνητής νοημοσύνης και για τη διαφάνεια των αλγοριθμικών συστημάτων.
Η εκπαίδευση παίζει φυσικά καθοριστικό ρόλο. Η αποαποικιοποίηση του ψηφιακού απαιτεί κριτικό τεχνολογικό γραμματισμό και όχι απλώς “ψηφιακές δεξιότητες”. Χρειάζεται επίγνωση της σχέσης μεταξύ τεχνικής και εξουσίας. Οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν πώς λειτουργούν οι μηχανές, ποιον εξυπηρετούν, και κυρίως, πώς μπορούν να τις μετασχηματίσουν. Η τεχνολογία είναι ανθρώπινη δημιουργία και επομένως μπορεί να ανασχεδιαστεί πολιτικά, συλλογικά, δημιουργικά.
Στο πολιτισμικό πεδίο, χρειάζεται να αποβάλουμε τον φετιχισμό της καινοτομίας. Δεν είναι κάθε νέα εφαρμογή πρόοδος. Πρέπει να ρωτάμε: ποιον ενδυναμώνει; ποιον αποκλείει; ποιον καθιστά αόρατο; Ένας αποαποικιοποιημένος ψηφιακός πολιτισμός θα προκρίνει τη συμμετοχή, τη διαφάνεια και τη φροντίδα, όχι την ταχύτητα και την αποδοτικότητα.
Η αλήθεια είναι απλή αλλά και σκληρή. Όσο η τεχνολογία παρουσιάζεται ως ουδέτερη, θα παραμένει εργαλείο εξουσίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η αποαποικιοποίηση ξεκινά όταν αναγνωρίσουμε ότι πίσω από κάθε αλγοριθμική διαδικασία κρύβεται μια πολιτική απόφαση που συνδηλώνει μια ολόκληρη κοσμοθεωρία.
Να αποαποικιοποιήσουμε το ψηφιακό σημαίνει να ξανακάνουμε την τεχνολογία θέμα δημόσιου διαλόγου. Να τη φέρουμε πίσω στα χέρια των ανθρώπων που τη ζουν και τη διαμορφώνουν.
Βιβλιογραφία
Boyle, James. The Public Domain: Enclosing the Commons of the Mind. New Haven: Yale University Press, 2008.
Καστοριάδης, Κορνήλιος. Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας. Αθήνα: Κέδρος, 1978.
Castoriadis, Cornelius. Philosophy, Politics, Autonomy: Essays in Political Philosophy. New York: Oxford University Press, 1991.
Couldry, Nick, and Ulises A. Mejias. The Costs of Connection: How Data Is Colonizing Human Life and Appropriating It for Capitalism. Stanford: Stanford University Press, 2019.
Katibah, Leila. “Η γενοκτονία θα αυτοματοποιηθεί: Το Ισραήλ, η τεχνητή νοημοσύνη & το μέλλον των πολέμων.” Aυτολεξεί, 12 Ιουλίου 2025. (Έρευνα δημοσιευμένη στο Middle East Report, τεύχος 312, φθινόπωρο 2024). Πρόσβαση 6 Οκτωβρίου 2025. https://www.aftoleksi.gr/2025/07/12/genoktonia-tha-aytomatopoiithei-to-israil-techniti-noimosyni-to-mellon-polemoy/.
UNESCO. Addressing Digital Colonialism: A Path to Equitable Data Governance. Paris: UNESCO Publishing, 2022.
Zuboff, Shoshana. The Age of Surveillance Capitalism. New York: PublicAffairs, 2019.
Δες ακόμα:
Η μεγάλη απάτη της “Τεχνητής Νοημοσύνης”
Δημοκρατία & ΑΙ: Η τεχνητή νοημοσύνη ως Κοινό