Και αν πέσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Τι θα κάνουμε;
Σε μερικές ημέρες από σήμερα, στις 28 Φεβρουαρίου 2025, ακριβώς δύο χρόνια μετά το κυβερνητικό έγκλημα στα Τέμπη, εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες αναμένεται να βγουν στους δρόμους σε μια πανελλαδική διαμαρτυρία κατά της κυβέρνησης. Το τραγικό δυστύχημα, το οποίο κόστισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, έχει γίνει σύμβολο της κρατικής ανεπάρκειας και της ατιμωρησίας των ελίτ. Η γενικευμένη αγανάκτηση, όπως είναι λογικό, έχει αναζωπυρώσει συζητήσεις σχετικά με τη σταθερότητα της κυβέρνησης, αλλά και την ανάγκη για βαθιές πολιτικές αλλαγές. Αν όμως η κυβέρνηση Μητσοτάκη κλονιστεί ή τελικά πέσει, τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για να μην επιστρέψουμε απλώς σε μια ανακύκλωση της εξουσίας, αλλά να προωθήσουμε μια πραγματική δημοκρατία; Ας τα δούμε με τη σειρά.
1. Είναι πιθανή η πτώση της κυβέρνησης;
Η πολιτική κρίση στην Ελλάδα βαθαίνει, με διαδοχικά σκάνδαλα, γενικευμένη κοινωνική αναταραχή και διογκούμενη δυσαρέσκεια. Η κυβέρνηση έχει χάσει σε συντριπτικό βαθμό την εμπιστοσύνη της κοινωνίας – ακόμα και μεγάλου μέρους των ίδιων των ψηφοφόρων της – αλλά η πτώση της δεν είναι αυτονόητη. Οι πολιτικοί μηχανισμοί, η διαπλοκή και ο έλεγχος των ΜΜΕ από την εξουσία συντηρούν ακόμη μια επίφαση σταθερότητας. Παράλληλα, η ανίκανη αντιπολίτευση δεν έχει καταφέρει να διαμορφώσει ένα σαφές και ελκυστικό εναλλακτικό σχέδιο εξουσίας. Προκειμένου λοιπόν το ενδεχόμενο της πτώσης να γίνει πιο ρεαλιστικό, η κοινωνική πίεση πρέπει να λάβει μαζικές και συνεχείς διαστάσεις, με συνεχή κινητοποίηση και κλιμάκωση της αντίδρασης.
Από τη μεριά της, η κυβέρνηση βρίσκεται ήδη σε πρωτοφανή για την αλαζονεία της πανικό. Στελέχη της, όπως η φωνακλάδικη καρικατούρα που ονομάζεται Άδωνις Γεωργιάδης, εμφανίζονται στα τηλεοπτικά πάνελ σε κατάσταση υστερίας, ουρλιάζοντας κυριολεκτικά ότι χωρίς τον Μητσοτάκη «η χώρα θα καταρρεύσει». Αυτό ακριβώς δείχνει το φόβο τους. Παράλληλα, η κρατική προπαγάνδα προσπαθεί να διατηρήσει την εικόνα της σταθερότητας, ενώ η δικαστική και επικοινωνιακή συγκάλυψη του εγκλήματος στα Τέμπη συνεχίζεται με κάθε τρόπο. Οι αποκαλύψεις όμως για τις ευθύνες της κυβέρνησης, οι οποίες συστηματικά αγνοήθηκαν ή «μπαζώθηκαν», ενισχύουν τα αισθήματα αδικίας και οργής στην κοινωνία, κόβοντας το οξυγόνο του Μητσοτάκη και της συμμορίας του.
Αν οι κινητοποιήσεις πάρουν μορφή γενικευμένης αντίστασης, με απεργίες, αποκλεισμούς και συνεχή πίεση, τότε είναι δεδομένο ότι η κυβερνητική σταθερότητα θα κλονιστεί ανεπανόρθωτα. Το ερώτημα που εγείρεται εδώ δεν είναι μόνο αν θα πέσει η κυβέρνηση, αλλά ποια κοινωνική δύναμη θα είναι αυτή που θα καθορίσει την επόμενη ημέρα.
2. Τι μάθαμε από την εμπειρία των Πλατειών του 2011;
Το 2011, το κίνημα των Πλατειών, αυτό που κακώς ονομάζεται κίνημα των «αγανακτισμένων», έδειξε ότι η λαϊκή αυτενέργεια μπορεί να ανατρέψει το πολιτικό σκηνικό. Χιλιάδες άνθρωποι, έξω από κόμματα και θεσμούς, συζήτησαν, αυτοοργανώθηκαν και απαίτησαν μια διαφορετική πολιτική πραγματικότητα. Οι συνελεύσεις σε πλατείες, με κομβική αυτή του Συντάγματος, αποτέλεσαν εργαστήρια δημοκρατίας, όπου πολίτες συμμετείχαν ισότιμα στη λήψη αποφάσεων. Αυτή η εμπειρία απέδειξε ότι η πολιτική δεν ανήκει στους επαγγελματίες πολιτικούς, αλλά μπορεί να είναι μια συλλογική και συμμετοχική διαδικασία.
Ωστόσο, το κίνημα απέτυχε να διαμορφώσει μια συνεκτική στρατηγική και να διατηρήσει τη δυναμική του μακροπρόθεσμα. Οι κομματικοί μηχανισμοί και κυρίως ο ανύπαρκτος έως τότε ΣΥΡΙΖΑ, εκμεταλλεύτηκαν την κοινωνική αγανάκτηση και εν τέλει απορρόφησαν το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής δυναμικής. Επιπλέον, χωρίς θεσμοθετημένες εναλλακτικές μορφές εξουσίας, το σύστημα κατάφερε να αφομοιώσει και να εξουδετερώσει την πολιτική πρόκληση των πλατειών. Το κύριο μάθημα είναι ότι η πραγματική δημοκρατία, η άμεση, απαιτεί δομές που να επιβιώνουν στο χρόνο και να μπορούν να ασκήσουν πραγματική πολιτική πίεση και διακυβέρνηση. Για να μην επαναληφθούν τα λάθη του 2011, απαιτείται πιο στοχευμένη οργάνωση και μεγαλύτερη αντοχή απέναντι στις πιέσεις του συστήματος.
3. Πώς προχωράμε λοιπόν;
Αντί να περιμένουμε την πτώση της κυβέρνησης, μπορούμε να δράσουμε ενεργά για να ανοίξουμε δρόμους προς τη δημοκρατία, εκμεταλλευόμενοι τις συνθήκες που πιθανώς θα προκύψουν μετά τις διαδηλώσεις. Επιγραμματικά αναφέρουμε κάποιες ιδέες.
- Οργάνωση τοπικών συνελεύσεων με σαφή πολιτικά αιτήματα: Αντί για απλές διαμαρτυρίες, οι συνελεύσεις πρέπει να αποκτήσουν θεσμική βαρύτητα, με στόχο την αποκέντρωση της εξουσίας και την αυτοδιαχείριση συγκεκριμένων ζητημάτων, όπως η κοινωνική αλληλεγγύη, η οικονομική συνεργατικότητα και ο τοπικός έλεγχος των πόρων.
- Δημιουργία δικτύων αλληλεγγύης και αυτοδιαχείρισης: Η αποδυνάμωση του κράτους και η αναξιοπιστία των κυβερνητικών μηχανισμών κάνουν αναγκαία την αυτοοργάνωση της κοινωνίας. Συνεταιρισμοί, εναλλακτικές οικονομικές δομές και αλληλέγγυες πρωτοβουλίες μπορούν να λειτουργήσουν ως κύτταρα μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας.
- Δημόσια ανυπακοή και κλιμάκωση της πολιτικής πίεσης: Οι διαδηλώσεις μπορούν να οδηγήσουν στην αμφισβήτηση της νομιμοποίησης της κυβέρνησης. Η διαρκής πολιτική πίεση μέσω απεργιών, αποκλεισμών, και εναλλακτικών μορφών πολιτικής οργάνωσης μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για πραγματική αλλαγή.
- Οικοδόμηση θεσμών λαϊκής κυριαρχίας: Στο ενδεχόμενο πολιτικής κρίσης, οι λαϊκές συνελεύσεις μπορούν να λειτουργήσουν ως πραγματικά κέντρα λήψης αποφάσεων, πιέζοντας για έναν νέο τύπο πολιτικής διακυβέρνησης, βασισμένο στη συμμετοχή και τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες.
Συμπέρασμα
Η πτώση μιας κυβέρνησης από μόνη της δεν σημαίνει τίποτα, αν δεν υπάρχει κοινωνική οργάνωση και δομές που θα εξασφαλίσουν ότι η εξουσία δεν θα περάσει απλώς στα χέρια μιας άλλης ελίτ. Οι εμπειρίες του παρελθόντος μας δείχνουν ότι χωρίς δομές αντίστασης και εναλλακτικές λύσεις, η δυσαρέσκεια καταλήγει να ανακυκλώνεται μέσα στο ίδιο πολιτικό σύστημα. Είναι κρίσιμο να μην χαθεί ξανά η πολιτική δυναμική των μαζικών κινητοποιήσεων. Οι συνελεύσεις, τα δίκτυα αλληλεγγύης και η πολιτική δράση στην καθημερινότητα μπορούν να θέσουν τα θεμέλια για έναν νέο τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας. Οι διαδηλώσεις της 28ης Φεβρουαρίου μπορούν να είναι η αρχή, αλλά η συνέχεια είναι φυσικά στα χέρια μας.
—
Δείτε ακόμα:
Το έγκλημα στα Τέμπη και η προοπτική της αλλαγής
Πολιτική ανυπακοή και το πρόταγμα της Άμεσης Δημοκρατίας
Άμεση Δημοκρατία: Εξερευνώντας τις ιδέες του Κορνήλιου Καστοριάδη